Assim στα ελληνικά
Μετάφραση: assim, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιθανόν, τόσο, μάλλον, τόσος, πιθανά, τέτοιος, λιώνω, ξεπαγώνω, έτσι, όπως αυτό, όπως αυτή, σαν αυτό, τέτοιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assento στα ελληνικά - δεύτερος, καρέκλα, κάθισμα, δεύτερον, καθίζω, δευτερόλεπτο, έδρα, ...
- assessorar στα ελληνικά - βοηθώ, συμβουλεύω, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
- assimilar στα ελληνικά - εξομοιώνω, αφομοιώνουν, αφομοιώσει, αφομοιώσουν, αφομοιώνει, αφομοιωθούν
- assimilação στα ελληνικά - απορρόφηση, αφομοίωση, αφομοίωσης, εξομοίωσης, εξομοίωση, την αφομοίωση
Τυχαίες λέξεις
Assim στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιθανόν, τόσο, μάλλον, τόσος, πιθανά, τέτοιος, λιώνω, ξεπαγώνω, έτσι, όπως αυτό, όπως αυτή, σαν αυτό, τέτοιο
Μεταφράσεις: πιθανόν, τόσο, μάλλον, τόσος, πιθανά, τέτοιος, λιώνω, ξεπαγώνω, έτσι, όπως αυτό, όπως αυτή, σαν αυτό, τέτοιο