Bem στα ελληνικά

Μετάφραση: bem, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλός, ναι, βελανιδιά, όμορφος, δρύινος, παλαιός, καλά, ωραίος, αγαθός, γέρικος, αναβλύζω, λοιπόν, γέρος, πηγάδι, και, επίσης, καθώς, επίσης και
Bem στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beliscar στα ελληνικά - κλέβω, τσιμπώ, πεύκο, βουτώ, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, ...
  • belo στα ελληνικά - όμορφος, πρόχειρος, εύχρηστος, φίνος, πρόστιμο, εραστής, αίθριος, ...
  • bem-me-quer στα ελληνικά - μαργαρίτα, μυοσωτίς, ηελοχάρης, μη με λησμονεί
  • beneficiar στα ελληνικά - επίδομα, επωφελούμαι, όφελος, ωφέλεια, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, ...
Τυχαίες λέξεις
Bem στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλός, ναι, βελανιδιά, όμορφος, δρύινος, παλαιός, καλά, ωραίος, αγαθός, γέρικος, αναβλύζω, λοιπόν, γέρος, πηγάδι, και, επίσης, καθώς, επίσης και