Αναβλύζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αναβλύζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
soldador, cisterna, poço, bom, bem, poços, jorro, jorrar, golfada, gush, jato
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναβλύζω
αναβλύζω λεξικό, αναβλύζω αοριστος, αναβλύζω συνώνυμο, αναβλύζω συνώνυμα, αναβλύζω βικιλεξικο, αναβλύζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αναβλύζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αναβαθμίζω στα πορτογαλικά - actualizar, até, atualização, actualização, de atualização, atualização de, atualizar
- αναβιώνω στα πορτογαλικά - revitalizar, reavivar, ressuscitar, reviver, revive, reanimar
- αναβολή στα πορτογαλικά - demora, protelação, adiamento, postergação, o adiamento, prorrogação, diferimento
- αναβοσβήνω στα πορτογαλικά - piscar, piscará, piscam, pisca, blink
Τυχαίες λέξεις
Αναβλύζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: soldador, cisterna, poço, bom, bem, poços, jorro, jorrar, golfada, gush, jato
Μεταφράσεις: soldador, cisterna, poço, bom, bem, poços, jorro, jorrar, golfada, gush, jato