Ωραίος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ωραίος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
são, bom, nicarágua, agradável, bem, bonito, belo, considerável, e bonito, lindo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωραίος
ωραίος συνώνυμα, ωραίος νέα ιωνία, ωραίος σαν έλληνας, ωραίος ετυμολογία, ωραίος δαρείος, ωραίος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ωραίος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ωράριο στα πορτογαλικά - agenda, tempo, vez, hora, momento, tempo de
- ωραία στα πορτογαλικά - bem, multa, fino, fina, coima
- ωριαίος στα πορτογαλικά - hora, de hora em hora, por hora, a cada hora, horário, horária
- ωριμάζω στα πορτογαλικά - colchão, sazonado, maduro, madura, maduros, maduras, maturidade
Τυχαίες λέξεις
Ωραίος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: são, bom, nicarágua, agradável, bem, bonito, belo, considerável, e bonito, lindo
Μεταφράσεις: são, bom, nicarágua, agradável, bem, bonito, belo, considerável, e bonito, lindo