Cola στα ελληνικά

Μετάφραση: cola, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστίχα, κόλλα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
Cola στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • coisas στα ελληνικά - σκέπτομαι, νομίζω, σκέφτομαι, υλικό, πράγματα, ουσία, τα πράγματα, ...
  • coitado στα ελληνικά - κακόμοιρος, ελεεινός, πενιχρός, οικτρός, καημένος, φτωχός, αξιολύπητος, ...
  • colaborar στα ελληνικά - συνεργάζομαι, συνεργάζονται, συνεργαστούν, συνεργαστεί, να συνεργάζονται
  • colagem στα ελληνικά - μουσίτσα, κόλλα, κολλώ, κολάζ, κολλάζ, το κολάζ, του κολάζ, ...
Τυχαίες λέξεις
Cola στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστίχα, κόλλα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα