Constranger στα ελληνικά
Μετάφραση: constranger, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαναγκάζω, δύναμη, βία, περιορίζουν, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσουν, περιορίζει
Μεταφράσεις
- constitua στα ελληνικά - συγκροτώ, αποτελώ, συνιστά, αποτελεί, αποτελούν, συνιστούν
- constituir στα ελληνικά - συγκροτώ, αποτελώ, συνιστούν, συνιστά, αποτελούν, αποτελεί, αποτελέσει
- construir στα ελληνικά - χτίζω, κάνω, φτιάχνω, οικοδομώ, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, ράμπα, ...
- construtor στα ελληνικά - χτίστης, κτίστης, οικοδόμος, Builder, κατασκευαστή, Δόμηση, κατασκευαστής
Τυχαίες λέξεις
Constranger στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, δύναμη, βία, περιορίζουν, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσουν, περιορίζει
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, δύναμη, βία, περιορίζουν, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσουν, περιορίζει