Degenerar στα ελληνικά
Μετάφραση: degenerar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκφυλίζομαι, έκφυλος, μαρασμός, υποβαθμίζω, ξεπεσμός, καθαιρώ, εκφαυλίζω, εξευτελίζω, κλίνω, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, εκφυλισμένα, εκφυλισμένες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- defunto στα ελληνικά - ισχυρός, λείψανα, ερείπια, αλύγιστος, άργιλος, άκαμπτος, πτώμα, ...
- degelar στα ελληνικά - ξεπαγώνω, λιώνω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως
- degradar στα ελληνικά - υποβαθμίζω, πτυχίο, βαθμός, εκφαυλίζω, καθαιρώ, εξευτελίζω, υποβαθμίσει, ...
- degradação στα ελληνικά - υποβάθμιση, η υποβάθμιση, υποβάθμισης, αποικοδόμηση, αποδόμηση
Τυχαίες λέξεις
Degenerar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκφυλίζομαι, έκφυλος, μαρασμός, υποβαθμίζω, ξεπεσμός, καθαιρώ, εκφαυλίζω, εξευτελίζω, κλίνω, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, εκφυλισμένα, εκφυλισμένες
Μεταφράσεις: εκφυλίζομαι, έκφυλος, μαρασμός, υποβαθμίζω, ξεπεσμός, καθαιρώ, εκφαυλίζω, εξευτελίζω, κλίνω, εκφυλισμένος, εκφυλισμένη, εκφυλισμένων, εκφυλισμένα, εκφυλισμένες