Deportado στα ελληνικά
Μετάφραση: deportado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξορίζω, εξορία, εκτοπισμένος, υπό απέλαση αλλοδαπός, απέλαση αλλοδαπός, απελαθείς, εξορίας της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- depois στα ελληνικά - τόσο, έτσι, μετά, έπειτα, τότε, κατόπιν, μεταγενέστερα, ...
- depor στα ελληνικά - δηλώνω, παύω, εκθρονίζω, καθαιρέσει, καθαιρέσουν, καθαιρέσουν τον
- deportar στα ελληνικά - εκτοπίζω, απελαύνω, απελάσει, απελαύνουν, απελάσουν, απελάσεως, απελάσεως της
- depositar στα ελληνικά - ίζημα, επαναθέτω, προσχώνω, κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, ...
Τυχαίες λέξεις
Deportado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξορίζω, εξορία, εκτοπισμένος, υπό απέλαση αλλοδαπός, απέλαση αλλοδαπός, απελαθείς, εξορίας της
Μεταφράσεις: εξορίζω, εξορία, εκτοπισμένος, υπό απέλαση αλλοδαπός, απέλαση αλλοδαπός, απελαθείς, εξορίας της