Dourado στα ελληνικά

Μετάφραση: dourado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρυσαφένιος, καλός, αγαθός, χρυσή, χρυσό, χρυσά, χρυσές
Dourado στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dotar στα ελληνικά - υπομένω, προικίζω, αντέχω, προικίσει, προικίσουν, προσδίδουν, αποκτήσει, ...
  • dote στα ελληνικά - προικίζω, αντέχω, υπομένω, προίκα, προίκας, την προίκα, προικιά, ...
  • doutor στα ελληνικά - έγγραφο, ιατρός, γιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
  • doze στα ελληνικά - δωδεκάδα, εικοστός, δώδεκα, των δώδεκα, τους δώδεκα
Τυχαίες λέξεις
Dourado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρυσαφένιος, καλός, αγαθός, χρυσή, χρυσό, χρυσά, χρυσές