Empreste στα ελληνικά

Μετάφραση: empreste, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήκος, δανείζω, δανείζουν, Δανείστε, Lend, δανείσει, Δανέιστε
Empreste στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • empresa στα ελληνικά - επιχειρηματικός, τολμηρός, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
  • emprestar στα ελληνικά - δάνειο, σιχαίνομαι, δανείζω, δανεισμός, μήκος, δανείου, δανείων, ...
  • empréstimo στα ελληνικά - δανεισμός, σιχαίνομαι, δάνειο, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
  • empurrar στα ελληνικά - δύναμη, εξαναγκάζω, σπρώξιμο, βία, σπρώχνω, ώθηση, ώθησης, ...
Τυχαίες λέξεις
Empreste στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήκος, δανείζω, δανείζουν, Δανείστε, Lend, δανείσει, Δανέιστε