Encaminhar στα ελληνικά

Μετάφραση: encaminhar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκηνοθετώ, καθοδηγώ, κατεύθυνση, διαδρομή, διαδρομής, οδό, οδός, οδού
Encaminhar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • encaixar στα ελληνικά - έδαφος, σαγηνεύω, γη, κάσα, αυλάκι, κουτί, προσαράσσω, ...
  • encaixotar στα ελληνικά - σαγηνεύω, κουτί, κιβώτιο, πλαίσιο, παράθυρο, box
  • encanecer στα ελληνικά - γδέρνομαι, βόσκω
  • encantador στα ελληνικά - εραστής, όμορφη, υπέροχη, υπέροχο, όμορφο, όμορφα
Τυχαίες λέξεις
Encaminhar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκηνοθετώ, καθοδηγώ, κατεύθυνση, διαδρομή, διαδρομής, οδό, οδός, οδού