Financiar στα ελληνικά
Μετάφραση: financiar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονομικός, χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- financeiro στα ελληνικά - ανεύρεση, βρίσκω, εύρημα, χρηματοοικονομικές, χρηματοοικονομική, οικονομικών, οικονομικές, ...
- financiador στα ελληνικά - χρηματοδότης, χρηματοδότη, χρηματιστής, οικονομολόγος, ταμειακές
- finanças στα ελληνικά - χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance
- fincar στα ελληνικά - φυτεύω, εργοστάσιο, φυτό, έβαλε κάτω, βάλει κάτω, βάλετε κάτω, βάλουν κάτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Financiar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονομικός, χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance
Μεταφράσεις: οικονομικός, χρηματοδοτώ, οικονομικά, Οικονομικών, χρηματοδότηση, χρηματοδότησης, Finance