Gere στα ελληνικά

Μετάφραση: gere, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννοβολώ, παράγω, γενιά, γεννώ, διαχειρίζεται, κατάφερε, καταφέρνει, διαχείριση, κατορθώνει
Gere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • geralmente στα ελληνικά - γεννοβολώ, σφετερίζομαι, συνήθως, παράγω, γενικά, γεννώ, που συνήθως, ...
  • geração στα ελληνικά - ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρος, γενιά, γενεά, παραγωγή, γενιάς, παραγωγής
  • gerente στα ελληνικά - εντολή, διευθυντής, διαχειριστής, διαχειριστή, διευθυντή, manager
  • gerir στα ελληνικά - ξεναγός, διαγωγή, καταφέρνω, χειρίζομαι, φέρσιμο, συμπεριφορά, σκηνοθετώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Gere στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννοβολώ, παράγω, γενιά, γεννώ, διαχειρίζεται, κατάφερε, καταφέρνει, διαχείριση, κατορθώνει