Impressão στα ελληνικά
Μετάφραση: impressão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυλακίζω, αποτέλεσμα, αντίληψη, άθλημα, ιδέα, πίστη, σημασία, γνώμη, γνωμάτευση, αίσθημα, εντύπωση, επίπτωση, έκβαση, θέμα, γεγονός, τεύχος, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- impressionável στα ελληνικά - ευαίσθητος, ευσυγκίνητο, ευεπηρέαστη, εύπιστο, ευσυγκίνητα
- impressora στα ελληνικά - τυπογράφος, εκτυπωτής, εκτυπωτή, του εκτυπωτή, τον εκτυπωτή, εκτυπωτών
- impreterivelmente στα ελληνικά - νεκρός, απολύτως, τελείως, πεθαμένος, εξάπαντος, οπωσδήποτε, χωρίς να αποτύχει, ...
- imprima στα ελληνικά - εντυπωσιάζω, εντύπωση, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη
Τυχαίες λέξεις
Impressão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυλακίζω, αποτέλεσμα, αντίληψη, άθλημα, ιδέα, πίστη, σημασία, γνώμη, γνωμάτευση, αίσθημα, εντύπωση, επίπτωση, έκβαση, θέμα, γεγονός, τεύχος, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη
Μεταφράσεις: φυλακίζω, αποτέλεσμα, αντίληψη, άθλημα, ιδέα, πίστη, σημασία, γνώμη, γνωμάτευση, αίσθημα, εντύπωση, επίπτωση, έκβαση, θέμα, γεγονός, τεύχος, Εκτύπωση, εκτύπωσης, print, τυπωμένη ύλη, η τυπωμένη ύλη