Γνωμάτευση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: γνωμάτευση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sensação, impressão, efeito, parecer, opinião, entender, julgamento, operativo, obreiro, de parecer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γνωμάτευση
γνωμάτευση παθολόγου ή γενικού ιατρού και γνωμάτευση ψυχιάτρου, γνωμάτευση αυε ικα, γνωμάτευση χορήγησης αναλωσίμων, γνωμάτευση υγειονομικήσ επιτροπήσ, γνωμάτευση αυε, γνωμάτευση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γνωμάτευση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- γνήσιος στα πορτογαλικά - genuíno, delicadamente, original, autêntico, genuína, verdadeira, verdadeiro, ...
- γνησιότητα στα πορτογαλικά - autenticidade, a autenticidade, de autenticidade
- γνωμικό στα πορτογαλικά - dizer, provérbio, ditado, palavra, máxima, Maxim, máximo, ...
- γνωρίζω στα πορτογαλικά - saiba, conhecer, introduzir, nó, apresentar, saber, ver, ...
Τυχαίες λέξεις
Γνωμάτευση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sensação, impressão, efeito, parecer, opinião, entender, julgamento, operativo, obreiro, de parecer
Μεταφράσεις: sensação, impressão, efeito, parecer, opinião, entender, julgamento, operativo, obreiro, de parecer