Imunidade στα ελληνικά
Μετάφραση: imunidade, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίσταση, ανοσία, ασυδοσία, αντοχή, ασυλία, ασυλίας, ανοσίας, την ασυλία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- império στα ελληνικά - αυτοκρατορία, αυτοκρατορίας, Empire, την αυτοκρατορία
- imune στα ελληνικά - άτρωτος, απρόσβλητος, ανοσοποιητικό, το ανοσοποιητικό, ανοσοποιητικού, του ανοσοποιητικού, ανοσολογική
- imunizar στα ελληνικά - διασφαλίζω, ανοσοποιώ, ανοσοποιούν, ανοσοποιεί, ανοσοποίηση
- inalar στα ελληνικά - εισπνέω, εισπνέετε, εισπνέουν, εισπνεύσει, εισπνεύσουν
Τυχαίες λέξεις
Imunidade στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίσταση, ανοσία, ασυδοσία, αντοχή, ασυλία, ασυλίας, ανοσίας, την ασυλία
Μεταφράσεις: αντίσταση, ανοσία, ασυδοσία, αντοχή, ασυλία, ασυλίας, ανοσίας, την ασυλία