Justo στα ελληνικά

Μετάφραση: justo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικαίωμα, δίκαιος, αρκετά, πανηγύρι, σωστός, ξανθός, δεξιός, μόλις, αληθής, δίκαια, αρκετά δίκαιο, πάλι καλά, και πάλι καλά, αρκετά σωστό
Justo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • justificar στα ελληνικά - δικαιολογία, νεανικός, συγχωρώ, δικαιώνω, δικαιολογώ, ανώριμος, αφορμή, ...
  • justiça στα ελληνικά - δικαιοσύνη, δικαιώνω, δικαιολογώ, δικαιοσύνης, Δικαστηρίου, της δικαιοσύνης, τη δικαιοσύνη
  • juventude στα ελληνικά - νεαρός, νεανικός, νεότητα, νεολαία, νεολαίας, της νεολαίας, των νέων, ...
  • juízo στα ελληνικά - σοφία, σωφροσύνη, σύνεση, κρίση, δικαστική απόφαση, απόφαση, αποφάσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Justo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικαίωμα, δίκαιος, αρκετά, πανηγύρι, σωστός, ξανθός, δεξιός, μόλις, αληθής, δίκαια, αρκετά δίκαιο, πάλι καλά, και πάλι καλά, αρκετά σωστό