Αρκετά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αρκετά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
consideravelmente, justo, razoavelmente, suficiente, o suficiente, bastante, suficientemente, o bastante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρκετά
αρκετά gram (+) βακτηρίδια, αρκετά στίχοι, αρκετά κιαμος, αρκετά λατρέψαμε τον κίνδυνο κι είναι καιρός να μας το ανταποδώσει, αρκετά movie, αρκετά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αρκετά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αριστοκρατία στα πορτογαλικά - aristocracia, aristocracy, a aristocracia, nobreza, da aristocracia
- αριστοκρατικός στα πορτογαλικά - pretensioso, parlapatão, ostentoso, famosas, swanky
- αρκετές στα πορτογαλικά - diversos, partir, quebrar, vários, várias, diversas, alguns
- αρκετοί στα πορτογαλικά - diversos, partir, quebrar, vários, várias, diversas, alguns
Τυχαίες λέξεις
Αρκετά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: consideravelmente, justo, razoavelmente, suficiente, o suficiente, bastante, suficientemente, o bastante
Μεταφράσεις: consideravelmente, justo, razoavelmente, suficiente, o suficiente, bastante, suficientemente, o bastante