Lugar στα ελληνικά
Μετάφραση: lugar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθεσία, μέρος, δοκάρι, ταχυδρομώ, τόπος, θετικός, εργασία, κάθισμα, σταθμός, κατάσταση, πόστο, τοποθετώ, σύζυγος, σπυρί, θέση, βούλα, τόπο, χώρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lucro στα ελληνικά - κέρδος, βαθυστόχαστος, δίχτυ, απολαβή, βαθύς, ωφέλεια, απολαβές, ...
- lucros στα ελληνικά - απολαβή, κέρδος, αποδοχές, απολαβές, δίχτυ, ωφέλεια, κέρδη, ...
- lula στα ελληνικά - σκίουρος, καλαμάρι, καλαμάρια, τα καλαμάρια, καλαμαριών, καλαμαριού
- luminosidade στα ελληνικά - ξανθός, φωτίζω, φωτεινότητα, φωτερός, ανάβω, φωτεινότητας, τη φωτεινότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Lugar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθεσία, μέρος, δοκάρι, ταχυδρομώ, τόπος, θετικός, εργασία, κάθισμα, σταθμός, κατάσταση, πόστο, τοποθετώ, σύζυγος, σπυρί, θέση, βούλα, τόπο, χώρα
Μεταφράσεις: τοποθεσία, μέρος, δοκάρι, ταχυδρομώ, τόπος, θετικός, εργασία, κάθισμα, σταθμός, κατάσταση, πόστο, τοποθετώ, σύζυγος, σπυρί, θέση, βούλα, τόπο, χώρα