Magno στα ελληνικά

Μετάφραση: magno, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεγάλος, απίθανος, εξαιρετικός, Magno, Μάγκνο
Magno στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • magnetismo στα ελληνικά - μαγνητισμός, μαγνητισμό, μαγνητισμού, το μαγνητισμό, ο μαγνητισμός
  • magnetizar στα ελληνικά - μαγνητίζω, μαγνητίζετε, μαγνητίσουν, μαγνητίζουν, μαγνητίζει
  • magnético στα ελληνικά - μαγνητικός, μαγνητικό, μαγνητική, μαγνητικού, μαγνητικά
  • magnífico στα ελληνικά - μεγαλοποιώ, μεγαλοπρεπής, υπέροχη, μαγευτική, υπέροχο, εκπληκτική
Τυχαίες λέξεις
Magno στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεγάλος, απίθανος, εξαιρετικός, Magno, Μάγκνο