Morro στα ελληνικά

Μετάφραση: morro, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ
Morro στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • morno στα ελληνικά - ζεστός, χλιαρός, προειδοποιώ, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά
  • morrer στα ελληνικά - πεθάνω, αποθνήσκω, τεζάρω, διαιτολόγιο, διατροφή, λήγω, πεθαίνω, ...
  • mortal στα ελληνικά - κουφός, μοιραίος, θνητός, θανάσιμο, θνητό, θνητή, θνητού
  • mortalidade στα ελληνικά - θνησιμότητα, θνησιμότητας, θνησιμότητας λόγω, της θνησιμότητας, τη θνησιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Morro στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ