Operativo στα ελληνικά

Μετάφραση: operativo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άποψη, γνώμη, γνωμάτευση, λειτουργική, γενεσιουργός, γενεσιουργό, λειτουργικές, λειτουργικό
Operativo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • onça στα ελληνικά - ουγκιά, ουγγιά, ουγγιών, ουγγιάς, ουγκιών
  • operar στα ελληνικά - εγχειρίζω, λειτουργώ, επιχείρηση, εγχείρηση, λειτουργία, λειτουργούν, λειτουργεί, ...
  • operação στα ελληνικά - επιχείρηση, λειτουργία, εγχείρηση, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη
  • opere στα ελληνικά - λειτουργώ, λειτουργία, επιχείρηση, εγχειρίζω, εγχείρηση, λειτουργούν, λειτουργεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Operativo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άποψη, γνώμη, γνωμάτευση, λειτουργική, γενεσιουργός, γενεσιουργό, λειτουργικές, λειτουργικό