Ornamentar στα ελληνικά
Μετάφραση: ornamentar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στολίζω, διακοσμώ, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- originar στα ελληνικά - προέρχομαι, ταλαντώνομαι, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος
- origine στα ελληνικά - ταλαντώνομαι, προέρχομαι, Προέλευσης, Προελεύσεως
- ornamento στα ελληνικά - στολίδι, κόσμημα, διακόσμηση, διακοσμητικό, διακοσμήσεων
- ornar στα ελληνικά - διακοσμώ, στολίδι, κόσμημα, διακόσμηση, διακοσμητικό, διακοσμήσεων
Τυχαίες λέξεις
Ornamentar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στολίζω, διακοσμώ, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Μεταφράσεις: στολίζω, διακοσμώ, καλλωπίζω, λουσάρω, κοσμώ, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν