Reembolse στα ελληνικά
Μετάφραση: reembolse, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπληρώνω, ανταμείβω, αποπληρωμή, επιστροφή χρημάτων, επιστροφής, επιστροφής κατά, επιστροφής κατά την, επιστροφή κατά
Μεταφράσεις
- reduzir στα ελληνικά - συντομεύω, κλαδεύω, κομψός, ψαλιδίζω, κουρεύω, περιορίζω, ελαττώνω, ...
- reembolsar στα ελληνικά - αποζημιώνω, αποπληρώσει, εξοφλήσει, επιστρέψει, αποπληρωμή, να επιστρέψει
- reembolso στα ελληνικά - ακυρώνω, λύτρωση, ανακαλώ, καταργώ, αποπληρωμή, εξαγορά, αποζημίωση, ...
- reevocar στα ελληνικά - εξέγερση, θυμάμαι, αναπολώ, εντοπίζουν, εντοπίζουν τις, ανασκοπεί, αναζήτηση των
Τυχαίες λέξεις
Reembolse στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπληρώνω, ανταμείβω, αποπληρωμή, επιστροφή χρημάτων, επιστροφής, επιστροφής κατά, επιστροφής κατά την, επιστροφή κατά
Μεταφράσεις: ξεπληρώνω, ανταμείβω, αποπληρωμή, επιστροφή χρημάτων, επιστροφής, επιστροφής κατά, επιστροφής κατά την, επιστροφή κατά