Tardio στα ελληνικά

Μετάφραση: tardio, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αργά, αργός, όψιμος, αποθανών, τέλη, τέλη του, τέλη της, τα τέλη
Tardio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tardar στα ελληνικά - καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
  • tarde στα ελληνικά - δουλειά, καθήκον, αργά, βράδι, αποθανών, καθυστερημένος, όψιμος, ...
  • tarefa στα ελληνικά - δουλειά, επενδύω, ανάθεση, γραμμή, ρυτίδα, αποστολή, παρατάσσω, ...
  • tarifas στα ελληνικά - καθήκον, τιμολόγιο, δασμολόγιο, δασμοί, Τιμές, Ποσοστά, Οι τιμές, ...
Τυχαίες λέξεις
Tardio στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αργά, αργός, όψιμος, αποθανών, τέλη, τέλη του, τέλη της, τα τέλη