Tensão στα ελληνικά

Μετάφραση: tensão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκουσίως, ένταση, εκούσια, εθελοντικά, σκηνή, δυναμικό, τάση, τάσης, τάσεως, της τάσης
Tensão στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tendências στα ελληνικά - ροπή, μόδα, τάση, τάσεις, τάσεων, τις τάσεις, οι τάσεις
  • tenente στα ελληνικά - ζωή, ισόβιος, βίος, υπολοχαγός, υπολοχαγό, υπολοχαγού, ανθυπολοχαγός, ...
  • tentar στα ελληνικά - απόπειρα, προσπαθώ, προσπάθεια, εκδικάζω, δοκιμάζω, δελεάζω, δοκιμάστε, ...
  • tentativa στα ελληνικά - προσπαθώ, απόπειρα, προσπάθεια, προσπάθειά, προσπάθειας, η προσπάθειά
Τυχαίες λέξεις
Tensão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκουσίως, ένταση, εκούσια, εθελοντικά, σκηνή, δυναμικό, τάση, τάσης, τάσεως, της τάσης