Todo στα ελληνικά

Μετάφραση: todo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όλοι, γενικός, άρτιος, ποδιά, γεμάτος, όλος, συνολικός, ολικός, ακέραιος, πλήρης, ολόκληρος, μεστός, όλα, όλες, κάθε, σύνολο, όλων, όλους
Todo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tocha στα ελληνικά - φακός, δάδα, φακό, πυρσό, δάδας
  • todavia στα ελληνικά - όμως, ακίνητος, ακόμα, γαλήνιος, ωστόσο, ήρεμος, εντούτοις, ...
  • todos στα ελληνικά - όλα, όλοι, όλες, όλων, όλους
  • toicinho στα ελληνικά - μπέικον, μπέϊκον, το μπέικον, το μπέϊκον
Τυχαίες λέξεις
Todo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όλοι, γενικός, άρτιος, ποδιά, γεμάτος, όλος, συνολικός, ολικός, ακέραιος, πλήρης, ολόκληρος, μεστός, όλα, όλες, κάθε, σύνολο, όλων, όλους