Vulnerar στα ελληνικά
Μετάφραση: vulnerar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, πονώ, βλαβερός, τραύμα, τραυματισμός, πληγώνω, τραυματίζω, βλάπτω, λαβώνω, βλάβη, επιβλαβής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vulcão στα ελληνικά - ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, καταιγισμός, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, ...
- vulgar στα ελληνικά - παρακρατώ, συνηθισμένος, απόθεμα, τετριμμένος, ανεπίσημος, κοινός, ξέγνοιαστος, ...
- vá στα ελληνικά - πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
- vácuo στα ελληνικά - άδειος, παραβγαίνω, κενό, μιμούμαι, κενού, κενώ, υπό κενό, ...
Τυχαίες λέξεις
Vulnerar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, πονώ, βλαβερός, τραύμα, τραυματισμός, πληγώνω, τραυματίζω, βλάπτω, λαβώνω, βλάβη, επιβλαβής
Μεταφράσεις: χτυπώ, πονώ, βλαβερός, τραύμα, τραυματισμός, πληγώνω, τραυματίζω, βλάπτω, λαβώνω, βλάβη, επιβλαβής