Încredere στα ελληνικά

Μετάφραση: încredere, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξουσία, κύρος, εμπιστοσύνη, αυθεντία, διαβεβαίωση, σιγουριά, εχεμύθεια, αυτοπεποίθηση, εγγύηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
Încredere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • închisoare στα ελληνικά - φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
  • încordat στα ελληνικά - τεντωμένος, σε υπερένταση, τεταμένη, ένταση, τεταμένες, έντασης
  • încântător στα ελληνικά - ευφρόσυνος, τερπνός, νόστιμος, ευχάριστος, ευχάριστο, απολαυστικό, ευχάριστη, ...
  • încălzire στα ελληνικά - ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, ζέσταμα, ζεσταθεί, προθέρμανση, προθέρμανσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Încredere στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξουσία, κύρος, εμπιστοσύνη, αυθεντία, διαβεβαίωση, σιγουριά, εχεμύθεια, αυτοπεποίθηση, εγγύηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των