Αυτοπεποίθηση στα ρουμανικά
Μετάφραση: αυτοπεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
încredere, probleme, încrederea, încrederii, de încredere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοπεποίθηση
αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση η τέχνη ν’ αποκτάς αυτά που θέλεις, αυτοπεποίθηση αποφθέγματα, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αυτοπεποίθηση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αυτοματοποιώ στα ρουμανικά - automatizează, automate speciale, automatelor, automatizeaza
- αυτονομία στα ρουμανικά - autonomie, autonomiei, autonomia, de autonomie, o autonomie
- αυτοσχεδιάζω στα ρουμανικά - improviza, improvizeze, improvizezi, improvizez, improvizează
- αυτούς στα ρουμανικά - lor, le, ei, ele
Τυχαίες λέξεις
Αυτοπεποίθηση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: încredere, probleme, încrederea, încrederii, de încredere
Μεταφράσεις: încredere, probleme, încrederea, încrederii, de încredere