Avere στα ελληνικά

Μετάφραση: avere, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλούτη, περιουσία, ευτυχία, πλούτος, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου
Avere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aventurier στα ελληνικά - εξερευνητής, τυχοδιώκτης, τυχοδιώκτη, adventurer, περιπέτειας, της περιπέτειας
  • aventură στα ελληνικά - περιπέτεια, περιπέτειας, την περιπέτεια, adventure
  • aversiune στα ελληνικά - απέχθεια, σίχαμα, αποστροφή, αποστροφής, η αποστροφή, την αποστροφή
  • avertisment στα ελληνικά - προειδοποίηση, προειδοποιώ, επιφύλαξη, περίσκεψη, ανακοπή, caveat, περιοριστικός παράγοντας, ...
Τυχαίες λέξεις
Avere στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλούτη, περιουσία, ευτυχία, πλούτος, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου