Doi στα ελληνικά
Μετάφραση: doi, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυο, δύο, τα δύο, των δύο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- documentar στα ελληνικά - ντοκιμαντέρ, ντοκυμαντέρ, εγγράφων, έγγραφα, τεκμηρίωσης
- dogmă στα ελληνικά - δόγμα, δόγματος, το δόγμα, δόγματα
- doisprezece στα ελληνικά - δωδεκάδα, δώδεκα, των δώδεκα, τους δώδεκα
- dolar στα ελληνικά - δολάριο, δολαρίου, δολάρια, δολαρίων, του δολαρίου
Τυχαίες λέξεις
Doi στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυο, δύο, τα δύο, των δύο
Μεταφράσεις: δυο, δύο, τα δύο, των δύο