Δυο στα ρουμανικά
Μετάφραση: δυο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
doi, două, doua, de două, din două
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυο
δυο εγωισμοι, δυο ξενοι επεισοδια, δυο ψυχες τσανακλιδου, δυο μερες μονο στιχοι, δυο ψεματα, δυο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δυο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- δυνατά στα ρουμανικά - tare, voce tare, cu voce tare, de tare, zgomotos
- δυνατός στα ρουμανικά - tare, masiv, puternic, posibil, posibilă, este posibil, posibile, ...
- δυσάρεστος στα ρουμανικά - plictisitor, dezagreabil, neplăcut, dezagreabilă, ingrat, supărări
- δυσανάγνωστος στα ρουμανικά - ilizibil, fi citit, imposibil de citit, poate fi citit, ilizibile
Τυχαίες λέξεις
Δυο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: doi, două, doua, de două, din două
Μεταφράσεις: doi, două, doua, de două, din două