Lift στα ελληνικά
Μετάφραση: lift, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- licitaţie στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
- licărire στα ελληνικά - μαρμαρυγή, αναλαμπή, φεγγίζω, φέγγω, Glimmer, αχτίδα, Η Glimmer, ...
- ligă στα ελληνικά - συνασπισμός, συνέδριο, κατηγορία, σύσκεψη, πρωτάθλημα, αρένα, πρωταθλήματος, ...
- liliac στα ελληνικά - νυχτερίδα, ρόπαλο, ΒΔΤ, ρόπαλο του, νυχτερίδας
Τυχαίες λέξεις
Lift στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Μεταφράσεις: σηκώνω, ασανσέρ, υψώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων