Ασανσέρ στα ρουμανικά
Μετάφραση: ασανσέρ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lift, ascensor, elevator, ascensorului, seif
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασανσέρ
ασανσέρ ντουλάπας, ασανσέρ για μονοκατοικίες, ασανσέρ φάρσα, ασανσέρ θεσσαλονίκη, ασανσέρ για δολοφόνους, ασανσέρ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ασανσέρ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ασέβεια στα ρουμανικά - ireverență, lipsă de, lipsă de respect, ireverenta, lipsa de respect
- ασήμαντος στα ρουμανικά - copil, neînsemnat, minor, mic, nesemnificativ, nesemnificativă, nesemnificative, ...
- ασαφής στα ρουμανικά - neclar, vag, vagă, vagi, vaga, de vagă
- ασβέστης στα ρουμανικά - var, tei, lămâie verde, de var, lime
Τυχαίες λέξεις
Ασανσέρ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: lift, ascensor, elevator, ascensorului, seif
Μεταφράσεις: lift, ascensor, elevator, ascensorului, seif