Υψώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: υψώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lift, ridica, ridice, crește, ridică, a ridica
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υψώνω
υψώνω τείχη, υψώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, υψώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- υφιστάμενος στα ρουμανικά - curent, actual, actuală, curentă, curente
- υψόμετρο στα ρουμανικά - altitudine, altitudinea, altitudine de, o altitudine, o altitudine de
- φάκελος στα ρουμανικά - plic, pachet, plicuri, plicului, plicul
- φάλαινα στα ρουμανικά - balenă, balene, balena, de balene, whale
Τυχαίες λέξεις
Υψώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: lift, ridica, ridice, crește, ridică, a ridica
Μεταφράσεις: lift, ridica, ridice, crește, ridică, a ridica