Артиллерист στα ελληνικά

Μετάφραση: артиллерист, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όπλο, καραμπίνα, πιστόλι, πυροβολητής, πυροβολικό
Артиллерист στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • артикулировать στα ελληνικά - έναρθρος, ευκρινής, αρθρώσει, αρθρώσουν, διατυπώσει, διατυπώσουν, εκφράσουν
  • артикуляция στα ελληνικά - διάρθρωση, άρθρωση, άρθρωσης, αρθρώσεως, συνάρθρωση
  • артиллерия στα ελληνικά - πυροβολικό, πυροβολικού, πυροβόλα, το πυροβολικό, του πυροβολικού
  • артист στα ελληνικά - καλλιτέχνης, καλλιτέχνη, τον καλλιτέχνη, καλλιτεχνών, του καλλιτέχνη
Τυχαίες λέξεις
Артиллерист στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όπλο, καραμπίνα, πιστόλι, πυροβολητής, πυροβολικό