Архаический στα ελληνικά

Μετάφραση: архаический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχαίος, απαρχαιωμένος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής
Архаический στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арфист στα ελληνικά - αρπιστής, Harper, Χάρπερ, του Harper, το Harper
  • архаизм στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
  • архаичность στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
  • архангел στα ελληνικά - αρχάγγελος, Αρχαγγέλου, αρχάγγελο, αρχάγγελου
Τυχαίες λέξεις
Архаический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχαίος, απαρχαιωμένος, αρχαϊκός, αρχαϊκή, αρχαϊκό, αρχαϊκά, αρχαϊκής