Бачок στα ελληνικά
Μετάφραση: бачок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξαμενή, δεξαμενής, δοχείο, ρεζερβουάρ, δοχείου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бацилла στα ελληνικά - βακτήριο, μικρόβιο, βακίλλος, βάκιλο, βάκιλος
- бациллоноситель στα ελληνικά - επαφή, φορέας, μεταφορέας, φορέα, μεταφορέα, μεταφορικής
- башенка στα ελληνικά - πυργίσκος, πυργίσκου, πυργίσκο, πυργίσκων, εργαλειοδέτη
- башибузук στα ελληνικά - bashi
Τυχαίες λέξεις
Бачок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξαμενή, δεξαμενής, δοχείο, ρεζερβουάρ, δοχείου
Μεταφράσεις: δεξαμενή, δεξαμενής, δοχείο, ρεζερβουάρ, δοχείου