Богохульство στα ελληνικά
Μετάφραση: богохульство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρκος, ορκίζομαι, βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- богохульник στα ελληνικά - βλάσφημος, βλάσφημο, βλάσφημου
- богохульный στα ελληνικά - βλάσφημος, βλάσφημο, βλάσφημη, βλάσφημες, βλάσφημα
- богохульствовать στα ελληνικά - βλασφημώ, βλαφημήση, βλασφημήσεις, βλασφημήσουν, βλασφημούν
- богоявление στα ελληνικά - Θεοφάνια, Θεοφανείων, Θεοφανίων, των Θεοφανίων, των Φώτων
Τυχαίες λέξεις
Богохульство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρκος, ορκίζομαι, βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας
Μεταφράσεις: όρκος, ορκίζομαι, βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας