Λέξη: δέσμη

Σχετικές λέξεις: δέσμη

δέσμη χαρτικά, δέσμη ενεργειών, δέσμη ιδεών γκάλι, δέσμη φωτονίων, δέσμη ακτίνων, δέσμη εκδοτική, δέσμη ενεργειών μεγάλης διάρκειας, δέσμη κύκλων, δέσμη ευθειών, δέσμη φωτός

Συνώνυμα: δέσμη

ακτίνα, δοκός, ζυγό, δέσμη ηλεκτρική, δέσμη ακτίνων, πακέτο, δέμα, ομάδα, ομάς, αγέλη, φούντα, θύσανος, τσουλούφι, χειρόβολο, τσαμπί, όγκος, δεμάτι, μικρό δέμα, πλοίο τακτικής συγκοινωνίας, φάκελος εγγράφων, ντοσιέ

Μεταφράσεις: δέσμη

δέσμη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
packet, bunch, beam, bundle, package, set

δέσμη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
paquete, racimo, cajetilla, atado, manojo, mazo, haz, embalaje, bulto, viga, rayo, haz de, del haz

δέσμη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
büschel, paket, strauß, cluster, bündel, haufen, anhäufung, bündeln, packung, packchen, datenpaket, bund, Strahl, Balken, Träger

δέσμη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
groupe, empaquetage, pochette, bouquet, faisceau, emballage, trousseau, botte, touffe, colis, amas, grappe, enveloppe, poutre, rayon, faisceau de, faisceaux

δέσμη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mazzo, involto, pacco, mazzetto, imballaggio, fascio, confezione, grappolo, pacchetto, raggio, trave, fascio di, del fascio

δέσμη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
grupo, pacote, viga, feixe, feixe de, raio, do feixe

δέσμη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bos, wis, verpakking, bundel, pakje, pakket, straal, balk, beam, lichtbundel

δέσμη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ряд, вязанка, клика, пакет, сгрудиться, клок, связка, пучок, свёрток, вереница, группа, снаряд, букет, масса, пакетбот, пук, луч, пучка, луча, балка

δέσμη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pakke, knippe, bunt, bjelke, beam, stråle, strålen

δέσμη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bukett, packe, paket, knippa, balk, stråle, trålen, strålen

δέσμη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puntti, tukku, poppoo, paketti, nivaska, rasia, pinkka, käärö, nippu, porukka, kasaantua, ahtaa, pakkaus, kimppu, erä, palkki, valot, palkin, lähivalot, säteen

δέσμη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pakke, klynge, stråle, beam, bjælke, strålen, bjælken

δέσμη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
balíček, chomáč, kytice, balík, hrozen, trs, obal, svazek, paprsek, nosník, paprsku, vratidlo, nosníku

δέσμη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pakunek, pakiet, paczuszka, karton, ferajna, grupa, paczka, pęczek, bukiet, pęk, opakowanie, wiązanka, wiązka, kiść, belka, promień, wiązka światła, wiązki

δέσμη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kiscsomag, ércfészek, csokor, konda, boly, gerenda, sugár, merevítőrudas, fénysugár, nyaláb

δέσμη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
paket, demet, küme, kiriş, ışın, ışını, demeti, far

δέσμη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пучок, в'язка, кетяг, снаряд, зв'язування, низка, гроно, букет, куш, жмутик, промінь, Луч, проміння

δέσμη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tufë, pako, rreze, trare, rrezja, tra, traun

δέσμη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пакет, лъч, греда, светлина, светлини, греди

δέσμη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прамень, луч, промень

δέσμη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koondama, rahapakk, pakk, kamp, saadetis, kimp, tala, lähituled, valgusvihu, beam, kiir

δέσμη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grupa, paketi, paket, zamotuljak, snopić, svežanj, snop, buket, kita, kutija, zraka, greda, zrake, snopa

δέσμη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
geisla, bjálkanum, bjálki

δέσμη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
siuntinys, grupė, puokštė, kekė, paketas, sija, spindulys, šviesa, šviesų, sijos

δέσμη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
saišķis, paka, pulciņš, ķekars, sija, stars, baļķis, gaismas, staru kūļa

δέσμη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
снопот, зрак, зракот, греда, гредата, сноп

δέσμη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
mănunchi, pachet, grindă, fascicul, fascicul de, fază, fasciculului

δέσμη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
trs, žarek, beam, snopa, žarka, snopom

δέσμη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
trs, balík, balíček, parta, lúč, paprsok, vyžarovanie, prúd
Τυχαίες λέξεις