Булькать στα ελληνικά
Μετάφραση: булькать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποθάλπω, σιγοβράζω, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бульдозерист στα ελληνικά - μπουλούκος, μπουλντόζα, μπουλντόζας, εκσκαφέας, μπουλντόζες
- бульканье στα ελληνικά - γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
- булькнуть στα ελληνικά - bulknut
- бульон στα ελληνικά - απόθεμα, παρακρατώ, ζωμός, ζωμό, ζωμού, το ζωμό, οπό
Τυχαίες λέξεις
Булькать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποθάλπω, σιγοβράζω, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
Μεταφράσεις: υποθάλπω, σιγοβράζω, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω