Вельбот στα ελληνικά
Μετάφραση: вельбот, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γαλέρα, φαλαινοθηρικό, φαλαινοθηρικού, βοήθεια φαλαινοθηρικού, τη βοήθεια φαλαινοθηρικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- велосипедист στα ελληνικά - ποδηλάτης, ποδηλάτη, του ποδηλάτη, ποδηλάτες, ποδηλατών
- велоспорт στα ελληνικά - ποδηλασία, αγωνιστικά, Racing, αγώνων, αγώνων Ταχύτητας, αγωνιστικό
- вельвет στα ελληνικά - βερμούδα, κοτλέ, κοτλέ από, βελούδα κοτλέ, βελούδα κοτλέ από
- вельзевул στα ελληνικά - Βελζεβούλ, Βεελζεβούλ, ο Βεελζεβούλ, τον Βεελζεβούλ, του Βεελζεβούλ
Τυχαίες λέξεις
Вельбот στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γαλέρα, φαλαινοθηρικό, φαλαινοθηρικού, βοήθεια φαλαινοθηρικού, τη βοήθεια φαλαινοθηρικού
Μεταφράσεις: γαλέρα, φαλαινοθηρικό, φαλαινοθηρικού, βοήθεια φαλαινοθηρικού, τη βοήθεια φαλαινοθηρικού