Волынь στα ελληνικά
Μετάφραση: волынь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιολί, Volyn, Βόλιν, Βολύν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- волынка στα ελληνικά - πίπα, αυλός, σωλήνας, γκάιντα, γκάιντες, bagpipes, οι γκάιντες, ...
- волынщик στα ελληνικά - αυλητής, Piper, αυλητή, της Piper, του Piper
- вольготный στα ελληνικά - αυτεξούσιος, αμέριμνος, ανέμελος, τσάμπα, ξέγνοιαστος, δωρεάν, στην, ...
- вольер στα ελληνικά - περίφραξη, μάντρα, εσώκλειστο, πτηνοτροφείο, περίφραγμα, κλουβί, ορνιθώνων, ...
Τυχαίες λέξεις
Волынь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιολί, Volyn, Βόλιν, Βολύν
Μεταφράσεις: βιολί, Volyn, Βόλιν, Βολύν