Выбалтывать στα ελληνικά
Μετάφραση: выбалтывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διηγούμαι, ξεχωρίζω, λέω, αφηγούμαι, ενοικιάζω, νοικιάζω, αφήσει έξω, αφήσουμε έξω, αφήσουμε
Μεταφράσεις
- въехать στα ελληνικά - εισέρχομαι, μπαίνω, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, εισαγάγετε, εισάγετε την
- выбалтывание στα ελληνικά - blurting
- выбегать στα ελληνικά - εξαντληθεί, εξαντληθούν, ξεμείνει, ξεμείνει από, τρέξει έξω
- выбелить στα ελληνικά - ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, κιμωλία
Τυχαίες λέξεις
Выбалтывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διηγούμαι, ξεχωρίζω, λέω, αφηγούμαι, ενοικιάζω, νοικιάζω, αφήσει έξω, αφήσουμε έξω, αφήσουμε
Μεταφράσεις: διηγούμαι, ξεχωρίζω, λέω, αφηγούμαι, ενοικιάζω, νοικιάζω, αφήσει έξω, αφήσουμε έξω, αφήσουμε