Газгольдер στα ελληνικά
Μετάφραση: газгольдер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θήκη, αεριοφυλάκια, σε αεριοφυλάκια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- газ στα ελληνικά - βενζίνη, αέριο, γάζα, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
- газават στα ελληνικά - Τζιχάντ, Jihad, το τζιχάντ, της Τζιχάντ
- газель στα ελληνικά - γαζέλα, είδος αντιλόπης, γκαζέλλα, γκαζέλα, Gazelle
- газета στα ελληνικά - όργανο, καθημερινός, σεντόνι, εφημερίδα, κομμάτι, στρώμα, εφημερίδας, ...
Τυχαίες λέξεις
Газгольдер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θήκη, αεριοφυλάκια, σε αεριοφυλάκια
Μεταφράσεις: θήκη, αεριοφυλάκια, σε αεριοφυλάκια