Газонокосилка στα ελληνικά
Μετάφραση: газонокосилка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπικουτί, χορτοκόπτης, μηχανή του γκαζόν, χλοοκοπτικό, θεριστή χορτοταπήτων, χλοοκοπτική μηχανή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- газон στα ελληνικά - χόρτο, πόα, πελούζα, γκαζόν, καταδότης, γρασίδι, χλοοτάπητα, ...
- газонепроницаемый στα ελληνικά - αεροστεγής, αεροστεγές, αεροστεγή, αεροστεγούς, αεροστεγείς
- газоносность στα ελληνικά - βρωμερότητα, foulness, βρωμιά
- газообразный στα ελληνικά - αεριώδης, αέρια, αέριων, αέριου, αέριες
Τυχαίες λέξεις
Газонокосилка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπικουτί, χορτοκόπτης, μηχανή του γκαζόν, χλοοκοπτικό, θεριστή χορτοταπήτων, χλοοκοπτική μηχανή
Μεταφράσεις: μπικουτί, χορτοκόπτης, μηχανή του γκαζόν, χλοοκοπτικό, θεριστή χορτοταπήτων, χλοοκοπτική μηχανή