Гравировать στα ελληνικά
Μετάφραση: гравировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκολάπτομαι, σκαλίζω, λαξεύω, επωάζω, κυνηγώ, γλύφω, μπουκαπόρτα, άνοιγμα, χαράζω, χαράξουμε, χαράξει, χαράξτε, χαράξω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гравиметрический στα ελληνικά - σταθμική, σταθμικής, βαρυμετρική, βαρυμετρικό, βαρομετρική
- гравирование στα ελληνικά - χαρακτική, χαρακτικής, εγχάραξη, εγχάραξη με, χαρακτικό
- гравировка στα ελληνικά - εμπριμέ, τυπώνω, χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως
- гравировщик στα ελληνικά - χαράκτης, χαράκτη, engraver, χαράκτριας, χαράκτρια
Τυχαίες λέξεις
Гравировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκολάπτομαι, σκαλίζω, λαξεύω, επωάζω, κυνηγώ, γλύφω, μπουκαπόρτα, άνοιγμα, χαράζω, χαράξουμε, χαράξει, χαράξτε, χαράξω
Μεταφράσεις: εκκολάπτομαι, σκαλίζω, λαξεύω, επωάζω, κυνηγώ, γλύφω, μπουκαπόρτα, άνοιγμα, χαράζω, χαράξουμε, χαράξει, χαράξτε, χαράξω