Грошовый στα ελληνικά
Μετάφραση: грошовый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άχρηστος, μικροπρεπής, φτηνός, ημιπέννιο, Halfpenny
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- грохочущий στα ελληνικά - γοργός, κροταλίζων, κροτάλισμα, κροταλίζει, κουδουνίζουν
- грош στα ελληνικά - οβολός, άκαρι, ακάρεων, ακάρεως, των ακάρεων
- груббер στα ελληνικά - Gruber
- грубеть στα ελληνικά - αγριεύω, τραχύνομαι, τραχύνω, Τραχύνετε, Τράχυνση
Τυχαίες λέξεις
Грошовый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άχρηστος, μικροπρεπής, φτηνός, ημιπέννιο, Halfpenny
Μεταφράσεις: άχρηστος, μικροπρεπής, φτηνός, ημιπέννιο, Halfpenny