Дверь στα ελληνικά
Μετάφραση: дверь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λήμμα, είσοδος, καταχώρηση, πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
Μεταφράσεις
- двенадцатигранник στα ελληνικά - δωδεκάεδρο, δωδεκαέδρου, δωδεκάεδρα, δωδεκαέδρων, δωδεκάεδρου
- дверца στα ελληνικά - πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
- двигатель στα ελληνικά - μηχάνημα, εξαναγκάζω, δύναμη, βία, μηχανή, κινητήρας, κινητήρα, ...
- двигательный στα ελληνικά - μοτέρ, κινητήρας, κινητήρα, με κινητήρα, οχημάτων
Τυχαίες λέξεις
Дверь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λήμμα, είσοδος, καταχώρηση, πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
Μεταφράσεις: λήμμα, είσοδος, καταχώρηση, πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών